Γράφει η κα Ελένη Ίλεμαν σε συνεργασία με την επιστημονική ομάδα της ΚΙΝΗΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΠΑΙΔΙΟΥ
Οι μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία, διάσπαση προσοχής και οργάνωσης, δυσαριθμησία, υπερκινητικότητα ) είναι από τους πιο συχνούς λόγους χαμηλών επιδόσεων στο σχολείο. Σύγχρονες έρευνες αναφέρουν ότι για κάθε 10 παιδιά σχολικής ηλικίας, το 1 τουλάχιστον παρουσιάζει μαθησιακές δυσκολίες.
Τα παιδιά αυτά, αν και έχουν φυσιολογικό επίπεδο νοημοσύνης, δεν καταφέρνουν να ανταποκριθούν στις σχολικές απαιτήσεις και μένουν πίσω σε σχέση με τους συμμαθητές τους. Οι χαρακτηρισμοί «τεμπέλης/α», «ζωηρός/ή» και «αδιάφορος/η» συνοδεύουν αυτά τα παιδιά καθ' όλη τη διάρκεια της μαθητικής τους ζωής, ενώ πολλοί γονείς καταλήγουν με ευκολία στο γνωστό συμπέρασμα «το παιδί μου δεν παίρνει τα γράμματα».
Οι γονείς παρακολουθώντας την εξέλιξη των παιδιών τους, είναι συχνά οι πρώτοι (μαζί με τους εκπαιδευτικούς του σχολείου), που αντιλαμβάνονται ότι το παιδί τους μπορεί να έχει κάποιο πρόβλημα μαθησιακό και συμπεριφοράς. Είναι σημαντικό να γνωρίζουν τα πιο συχνά στοιχεία που μπορεί να παρουσιάσουν τα:
Παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες. Τα σημεία αυτά είναι:
- Το παιδί παρουσιάζει δυσκολίες στο να ακολουθεί οδηγίες.
- Το παιδί έχει δυσκολίες στην έμμεση μνήμη.
- Παρουσιάζει προβλήματα στη γραφή (ορθογραφικά λάθη, αντιστροφές, αντιμεταθέσεις - παραλείψεις γραμμάτων, άσχημος γραφικός χαρακτήρας).
- Έλλειψη κατανόησης του κειμένου που διαβάζει και απόδοσή του προφορικά (χρειάζεται τριπλάσιο χρόνο από τους άλλους μαθητές).
- Υπερκινητικότητα.
- Έχει αδυναμία συγκέντρωσης και οργάνωσης.
- Έχει δυσκολία στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων και πράξεων.
- Έχει δυσκολίες να ξεχωρίζει το δεξί από το αριστερό ( πλευρίωση ).
- Παρουσιάζει δυσκολίες συντονισμού στο περπάτημα, στα αθλήματα και σε δραστηριότητες όπως π.χ. να δέσει τα κορδόνια των παπουτσιών του.
Εάν οι μαθησιακές δυσκολίες δεν αναγνωριστούν και δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα, τα μαθησιακά προβλήματα συσσωρεύονται στο Δημοτικό Σχολείο και επιδεινώνονται στο Γυμνάσιο.
Το παιδί αρχίζει να αισθάνεται «διαφορετικό» απ' τα άλλα παιδιά, αφού ενώ προσπαθεί το ίδιο ή ακόμη και περισσότερο, δεν τα καταφέρνει και εκδηλώνει έντονη άρνηση για το σχολείο και το διάβασμα. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση και η ανασφάλεια το συνοδεύουν καθ’ όλη τη διάρκεια της σχολικής ζωής αλλά και στην ενήλικη ζωή του. Συχνά, τα παιδιά αυτά υιοθετούν ένα είδος «σκληρής» και αντιδραστικής συμπεριφοράς, έτσι ώστε να φαίνονται περισσότερο «κακά» παιδιά παρά παιδιά με χαμηλές δεξιότητες.
Η διάγνωση των μαθησιακών δυσκολιών είναι το πρώτο σημαντικό βήμα και γίνεται από ειδικούς παιδαγωγούς που αξιολογούν τη μαθησιακή κατάσταση του παιδιού και το είδος των μαθησιακών δυσκολιών, έτσι ώστε να προτείνουν εξατομικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, παράλληλα με το Σχολείο. Μέσα από το πρόγραμμα αυτό επιτυγχάνεται η βελτίωση των σχολικών επιδόσεων, της μαθησιακής ετοιμότητας - ανταπόκρισης και της ψυχολογίας του παιδιού, αλλά βοηθιούνται και οι γονείς ν' αντιληφθούν την κατάσταση και να ισορροπήσουν την κατάσταση στο χώρο του σπιτιού.
Η Κινητική Εκπαιδευτική ΜΟΝΑΔΑ ΠΑΙΔΙΟΥ προσφέρει ένα αποτελεσματικό τεστ.
Ενδεικτικά σας αναφέρουμε συμπτώματα (το παιδί πρέπει να παρουσιάζει τουλάχιστον 3 απ' αυτά), τα οποία χρήζουν επιστημονικής αξιολόγησης.
Για τα παιδιά του Δημοτικού
- Δυσκολία στην εκμάθηση άλφα - βήτα και κειμένων.
- Δυσκολία στην εκμάθηση πολλαπλασιασμού και την επίλυση προβλημάτων.
- Κατά το διάβασμα - γράψιμο παραλείψεις, αντιστροφές, αντιμεταθέσεις γραμμάτων.
- Ανυπαρξία τόνων και ορθογραφικά λάθη.
- Σύγχυση δεξιού - αριστερού.
- Παραπονιούνται για κούραση, πονοκέφαλο, ζαλάδα όταν μελετούν.
- Έντονα σημάδια υπερκινητικότητας.
- Διάσπαση της προσοχής.
Για παιδιά του Γυμνασίου
- Συνεχίζουν να υπάρχουν τα περισσότερα από τα παραπάνω.
- Τόση να αποφεύγουν το γράψιμο.
- Ορθογραφικά λάθη και δυσκολία στο γράψιμο εκθέσεων.
- Δυσκολία στην εκμάθηση αρχαίων ελληνικών και ξένης γλώσσας.
- Δυσκολία στην κατανόηση σύνθετων εννοιών.
- Δυσκολία στο να θυμούνται εντολές και νούμερα τηλεφώνων.
- Έλλειψη αυτοπεποίθησης και αυξανόμενο άγχος.